Σύνδρομο κοιλιακών – προσαγωγών

Είναι ένα σύνδρομο που τα τελευταία χρόνια έχει εδραιωθεί στο μυαλό και την συνείδηση χιλιάδων αθλητών και αθλούμενων γιατί ταλαιπωρεί αυτούς για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς πάντα να υπάρχει οριστική λύση στο πρόβλημα τους.
Η αθλητική κήλη εκδηλώνεται με πόνο στην βουβωνική χώρα που αντανακλά κεντρικά κατά μήκος του ορθού κοιλιακού μυός και περιφερικά κατά μήκος του μακρού προσαγωγού μυός. Κοινώς περιγράφεται σύνδρομο κοιλιακών – προσαγωγών και οφείλεται σε εξασθένηση του οπίσθιου τοιχώματος του βουβωνικού πόρου πολύ συχνά χωρίς την κλινική παρουσία κήλης. Οι ποδοσφαιριστές είναι πλέον ευάλωτοι στην δημιουργία του συνδρόμου γιατί η τεχνική του αθλήματος μαζί με την εντατικοποίηση των προπονήσεων και τους συχνούς αγώνες – πολλές φορές σε ακατάλληλους αγωνιστικούς χώρους – αποτελούν τους τέλειους προδιαθεσικούς παράγοντες.
Επίσης το ελλιπές πρόγραμμα μυϊκής ενδυνάμωσης των κοιλιακών μυών, η μη ολοκληρωμένη προθέρμανση πριν τις προπονήσεις και τους αγώνες, η μη σωστή αποκατάσταση μετά από αυτούς είναι καταστάσεις που βοηθούν στην δημιουργία και εγκατάσταση του συνδρόμου.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα ποικίλλουν αλλά ορισμένα εξ ’αυτών είναι χαρακτηριστικά. Αρχικά ο αθλούμενος νιώθει μία ευαισθησία στην βουβωνική χώρα που έχει πληγεί. Η ευαισθησία αυτή μεταφέρεται και στην έσω επιφάνεια του μηρού και κατά μήκος του αντίστοιχου μακρού προσαγωγού μυός. Ο πόνος γίνεται πιο έντονος όταν πιέζουμε τον προσαγωγό ή όταν τον προσάγουμε προς το κέντρο του σώματος.
Ο αθλούμενος στην αρχική μορφή του προβλήματος τείνει να γυμνάζεται με προσοχή και να συμμετέχει σε αγώνες της ομάδας του. Μετά το τέλος των προπονήσεων ή του αγώνα νιώθει και αναφέρει κάπως «βαριά» την περιοχή της βλάβης. Όμως είναι χαρακτηριστικό ότι την επόμενη μέρα από τον αγώνα που έδωσε δυσκολεύεται να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι και παραμένει καθιστός εκεί για λίγο μέχρι να μπορέσει να κινητοποιηθεί πλήρως αλλά με σοβαρή ενόχληση κυρίως στην βουβωνική χώρα και τους αντίστοιχους προσαγωγούς μύες. Ο προαναφερόμενος πόνος υποχωρεί σχετικά ή απόλυτα κατά την διάρκεια της ημέρας. Όταν το σύνδρομο εγκαθίσταται, η ενόχληση γίνεται εντονότερη. Υπάρχει κατά τη διάρκεια της άσκησης κυρίως σε ορισμένες κινήσεις των κάτω άκρων και συγκεκριμένα στους ποδοσφαιριστές όταν πλασάρουν ή δίνουν πάσα με το εσωτερικό. Στο τέλος της άσκησης ο πόνος είναι πιο έκδηλος και γενικά προσδιορίζεται δύσκολα από τον αθλούμενο όσον αφορά την ακριβή εντόπιση του. Συνήθως το επίκεντρο είναι η βουβωνική χώρα στην πορεία του βουβωνικού συνδέσμου κατά μήκος του ορθού κοιλιακού μυός και ενίοτε αντανακλά και προς την αντίθετη πλευρά. Πόνος σχεδόν πάντα υπάρχει και στην περιοχή των προσαγωγών μυών και ορισμένες φορές αντανακλά στο περίνεο. Επίσης σε ένα ποσοστό που φτάνει το 20% δημιουργείται πόνος και στο όσχεο. Ορισμένοι ασθενείς αναφέρουν πόνο και κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.

Κλινική εξέταση

Κατά την οξεία φάση υπάρχει έντονος σπασμός και ευαισθησία στην έκφυση των προσαγωγών μυών και στην ψηλάφηση της ηβικής σύμφυσης. Η προσπάθεια να σηκώσει τα τεντωμένα – με ενωμένα γόνατα – πόδια του από το εξεταστικό κρεβάτι προκαλεί σοβαρή ενόχληση στην βουβωνική χώρα και στην αντιστοιχία της ηβικής σύμφυσης. Κατά τη διάρκεια της ψηλάφησης αναδεικνύεται το έξω στόμιο του βουβωνικού πόρου διευρυμένο και επώδυνο κατά την ψηλάφηση. Σημαντικό σημείο κατά την αντικειμενική εξέταση είναι η πρόπτωση του οπίσθιου τοιχώματος του βουβωνικού πόρου όταν ο αθλούμενος καλείται να βήξει. Η ατροφία και ατονία του λοξού και εγκάρσιου κοιλιακού μυός είναι ενδεικτική της πάθησης και εκδηλώνεται σαν επιμήκεις διόγκωση (σαν λεπτό λουκάνικο) που εκτείνεται από την ηβική σύμφυση μέχρι την πρόσθια άνω λαγόνια άκανθα κατά την δοκιμασία Valsalva (πρόκληση για αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης). Κατά την οξεία φάση είναι δυνατή η ψηλάφηση στην πληγείσα περιοχή διογκωμένων επώδυνων βουβωνικών λεμφαδένων. Δοκιμασία κατά την οποία με τον αθλούμενο στο εξεταστικό κρεβάτι απομακρύνουμε τα τεντωμένα πόδια του από το κέντρο προς τα έξω και καλούμε αυτόν να τα επαναφέρει στην αρχική τους θέση – εξασκώντας ο εξεταστής αντίσταση σε αυτή την κίνηση – δημιουργείται πόνος ενίοτε αρκετά έντονα στην έκφυση του πληγέντος μακρού προσαγωγού μυός. Όσον αφορά τον ακτινολογικό έλεγχο είναι δυνατόν να αναδείξει στοιχεία οστεΐτιδας τις ηβικής σύμφυσης. Το υπερηχογράφημα μπορεί να δώσει κάποιες πληροφορίες για την κατάσταση του οπίσθιου τοιχώματος του βουβωνικού πόρου, ενώ η μαγνητική τομογραφία συνήθως δεν είναι διαφωτιστική για το ουσιαστικό πρόβλημα και την πάθηση.

Διαφορική διάγνωση

Πρέπει να γίνει από άλλες παθολογικές καταστάσεις που προκαλούν πόνο στην βουβωνική χώρα και γύρω από αυτή. Στα νεαρά κυρίως άτομα πρέπει να αποκλειστεί η παρουσία φλεγμονής της σκωληκοειδούς απόφυσης. Οξείες κακώσεις αμιγώς των προσαγωγών μυών ενίοτε διαχέουν την ενόχληση προς την αντίστοιχη βουβωνική χώρα. Οστεΐτιδα τις ηβικής σύμφυσης η οποία όμως ορισμένες φορές συνυπάρχει με το σύνδρομο κοιλιακών – προσαγωγών. Παθήσεις της άρθρωσης του ισχίου, διάφορες θυλακίτιδες της περιοχής, κατάγματα κόπωσης του αυχένα του μηριαίου οστού ή των ηβικών κλάδων. Προστατίτιδα και φλεγμονές του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος. Νευροπάθειες του λαγονοβουβωνικού νεύρου. Επίμονος πόνος που δεν υποχωρεί με την ανάπαυση θα πρέπει ενδελεχώς να διευρυνθεί για τον αποκλεισμό κακοήθειας στην περιοχή.

Θεραπεία

Η θεραπεία κατά βάση είναι συντηρητική. Σε αποτυχία προχωρούμε στην χειρουργική αποκατάσταση. Στην συντηρητική αγωγή αρχίζουμε από την πλήρη αποχή των αθλητικών δραστηριοτήτων έως και τέσσερις μήνες και συγχρόνως αντιφλεγμονώδη αγωγή. Αρχικά δίνουμε χάπια με αντιφλεγμονώδη και μυοχαλαρωτική δράση και αν δεν υπάρχει αποτέλεσμα περνάμε στην τοπική ή γενική ενέσιμη αγωγή με ένζυμα και κολλαγόνο. Η θεραπεία αυτή μαζί με την προοδευτική ενδυνάμωση των μυών της περιοχής έχει ευεργετικά αποτελέσματα. Σε περίπτωση αποτυχίας της συντηρητικής αγωγής συνίσταται πλέον χειρουργική θεραπεία. Στην αθλητική κήλη όλη ή σχεδόν όλη η συμπτωματολογία οφείλεται στην αδυναμία των κοιλιακών τοιχωμάτων και ιδιαίτερα του οπίσθιου τοιχώματος του βουβωνικού πόρου και στην ανισορροπία μεταξύ ασθενών κοιλιακών και ισχυρών προσαγωγών μυών που αμφότεροι προσφύονται γύρω από την ηβική σύμφυση. Το αποτέλεσμα αυτής της ανισορροπίας είναι η αστάθεια και μικροκινήσεις της ηβικής σύμφυσης και η δευτεροπαθής οστεΐτιδα αυτής. Η ενίσχυση των κοιλιακών τοιχωμάτων και ιδιαίτερα του οπίσθιου τοιχώματος του βουβωνικού πόρου και η τοποθέτηση πλέγματος στήριξης έχει εξαιρετικά αποτελέσματα και μπορεί να γίνει τόσο λαπαροσκοπικά όσο και ρομποτικά. Η έξοδος από το νοσοκομείο γίνεται την δεύτερη μετεγχειρητική ημέρα και αποκατάσταση με κολύμβηση, βάδιση και ασκήσεις ενδυνάμωσης από τη δεύτερη βδομάδα, ελαφρό τρέξιμο μετά την τρίτη εβδομάδα και επάνοδο στις αθλητικές δραστηριότητες μετά από 45 ημέρες